Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



κύματα, τὰ


Ερμηνεία:

[το κύμα, του κύματος] [μάζα νερού που σχηματίζεται στην επιφάνεια της θάλασσας ή λίμνη ή ποταμού, που βυθίζεται και ανυψώνεται διαδοχικά μέχρις ότου καταλήξει στη στεριά]



Ετυμολογία:

[(Όμηρ.), Καινή Διαθήκη 4 φορές < κύμα < κύω, κυέω (εγκυμονώ)]

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

… διὰ νὰ ξεχάσῃ τὸ καράβι του, τὰς Λαΐδας τῆς Μασσαλίας, τὴν θάλασσαν καὶ τὰ κύματά της… [Ο έρωτας στα χιόνια].



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: